παρέβλεψα

παρέβλεψα
παραβλέπω
look aside
aor ind act 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παραβλέπω — 1 παρέβλεψα και παράβλεψα βλ. πίν. 9 2 παραείδα βλ. πίν. 110 Σημειώσεις: παραβλέπω : η έννοια διαφοροποιείται ανάλογα με τον τρόπο που σχηματίζεται ο αόριστος. Με αόρ. παρέβλεψα (πρόθ. παρά) σημαίνει → κάνω πως δε βλέπω, ανέχομαι ή παραμελώ,… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”